Ζωή-θάνατος-ζωή: στα ίχνη των Ορφικών της Ολβίας


Τα οστέινα πλακίδια από την Ολβία του Πόντου

Πρόκειται για μια σειρά από οστέινα ορθογώνια πλακίδια του 5ου αιώνα π.Χ., στιλβωμένα, με στρογγυλεμένες άκρες, με διαστάσεις 5x4 εκ. και πάχος 0,5 εκ.  Τρία από αυτά έφεραν σύντομες επιγραφές. Τα πλακίδια μαρτυρούν την ύπαρξη Διονυσιακής-Ορφικής κοινότητας και λατρείας στην πόλη της Ολβίας ήδη από την κλασική εποχή, επιβεβαιώνοντας έτσι τις σχετικές πληροφορίες του Ηροδότου (4.79) που αμφισβητούνταν από τους ιστορικούς. Περιέχουν σύντομες φράσεις που μπορεί να λειτουργούσαν ως μυστικά αναγνωριστικά συνθηματικά μεταξύ των μυστών σ’ αυτή τη ζωή, αλλά και μετά θάνατον (σύμβολα). Εναλλακτικά μπορεί να αποτελούσαν ένα είδος σύντομης σύνοψης των βασικών δογμάτων της ορφικής ομάδας (breviarium) ή κάποιου ευρύτερου λειτουργικού κειμένου (ιερός λόγος). Ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι μπορεί να λειτουργούσαν και ως μαγικά αντικείμενα ή ως μέρος μιας ορφικής τελετουργίας (τα χάραζαν επί τόπου -ίσως κάποιος ιερέας ή ορφεοτελεστής- και τα άφηναν εκεί μετά το τέλος της τελετής).



α. Ζωή, θάνατος, ζωή,
αλήθεια,
Διό(νυσος) Ορφικός.

Το σχήμα ζωή, θάνατος, ζωή, αλήθεια μπορεί να ερμηνευθεί με δύο βασικούς τρόπους: α) υπονοεί τον κύκλο των διαδοχικών ενσαρκώσεων, που είναι και η βαθύτερη αλήθεια που γνωρίζει ο μυημένος. β) Η επίγεια ζωή, ακολουθείται από τον θάνατο, ο οποίος οδηγεί σε μια καινούργια αιώνια ζωή στον παράδεισο της Περσεφόνης. Αυτή η αιώνια ζωή που περιμένει τον μυημένο είναι και η μόνη αληθινή ζωή. Πβ. την φράση από
ορφικό έλασμα της Πέλιννας: «Τώρα πέθανες και τώρα γεννήθηκες, τρισόλβιε, τούτη δω τη μέρα». Στο κείμενο αυτό, όπως και στα δύο επόμενα, η λέξη «Διόνυσος» γράφεται συντετμημένη. Έτσι δεν μπορούμε να ξέρουμε την πτώση στην οποία εννοείται η λέξη, αν και οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι είναι η ονομαστική, αφού και οι υπόλοιπες λέξεις είναι στην ονομαστική. Το πλακίδιο αυτό είναι το μόνο που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να λύσουμε το θέμα, αφού συνοδεύεται από κάποια μορφή του επιθέτου «ορφικός». Δυστυχώς το τελευταίο γράμμα είναι τόσο κακογραμμένο που οι μελετητές δεν μπορούν να αποφασίσουν ποιο είναι. Όλες οι δυνατότητες παραμένουν ανοιχτές: ὀρφικό(ς), ὀρφικο(ῦ), ὀρφικῶ(ι), ὀρφικό(ν), ακόμη και οι παραλλαγές ὀρφικο(ί), ὀρφικῶ(ν), αν η λέξη δεν είναι στην ίδια πτώση με το όνομα Διόνυσος που προηγείται. Προτίμησα να μεταφράσω με βάση την απλούστερη δυνατότητα.


β. Ειρήνη, πόλεμος,
αλήθεια, ψεύδος,
Διόν(υσος).

Οι κατάλογοι ζευγών αντίθετων εννοιών ήταν συνήθης στους Πυθαγορείους. Εδώ η ειρήνη συντάσσεται με την αλήθεια και μαζί αντιτίθενται στον πόλεμο και το ψεύδος. Η (ορφική) αλήθεια που γνωρίζει ο μυημένος τον κάνει να αισθάνεται ειρηνικά, ενώ το ψεύδος στο οποίο είναι βουτηγμένοι οι αμύητοι οδηγεί στην αναταραχή, εσωτερική και εξωτερική. Στο πίσω τμήμα αυτού του πλακιδίου υπάρχει ένα σχήμα σαν κεραυνός. Αν πράγματι πρόκειται για κεραυνό, θα αντιστοιχούσε με την αναφορά του Ηροδότου ότι το σπίτι του μυημένου βασιλιά των Σκυθών στην Ολβία χτυπήθηκε από κεραυνό, αλλά και στο επίθετο ἀστεροβλῆτα / ἀστεροπῆτα που απαντά σε ορφικά κείμενα από τους Θουρίους.


γ. Διό(νυσος),
[ ψεύδος,] αλήθεια,
σώμα, ψυχή.

Η αλήθεια πρέπει να συνταχθεί με την ψυχή, ενώ το σώμα ανήκει στη σφαίρα του ψεύδους: το μόνο αληθές κομμάτι του ανθρώπου είναι το θεϊκό, διονυσιακό του στοιχείο, ενώ το σώμα είναι μια φυλακή από την οποία ο άνθρωπος πρέπει να ξεφύγει. Ίσως η λέξη ψεῦδος πρέπει να αποκατασταθεί στο κείμενο, αφού το αριστερό περιθώριο του πλακιδίου είναι φθαρμένο.



Ο χάλκινος καθρέφτης από την Ολβία



Δημώνασσα του Ληναίου, ευαί, και Ληναίος του Δημόκλου, ειαί!

Από τη νεκρόπολη της Ολβίας προέρχεται επίσης ένα μπρούντζινος καθρέφτης με επιγραφή, ο οποίος φυλάσσεται στο μουσείο Ερμιτάζ. Χρονολογείται με βάση τη μορφή των γραμμάτων στα τέλη του 6ου με αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. Η επιγραφή φέρει χαρακτηριστικά διονυσιακά επιφωνήματα (εὐαί, εἰαί), καθώς και δύο ελληνικά ονόματα, Δημώνασσα και Ληναίος. Η σχέση των δυο ανθρώπων που φέρουν τα ονόματα είναι ασαφής: μπορεί να πρόκειται για συζύγους ή για πατέρα και κόρη. Ληναίος είναι επίθετο του Διόνυσου και μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα δύο πρόσωπα ανήκαν σε κάποιον λατρευτικό κύκλο, όπου τα διονυσιακά ονόματα κυριαρχούσαν και συμβόλιζαν την ταύτιση με τη θεότητα της μυστηριακής λατρείας. Τα Λήναια ήταν γνωστή διονυσιακή γιορτή, ενώ λῆναι ονομάζονταν οι ακόλουθοι του Διόνυσου. Τα Λήναια περιλάμβαναν τελετουργικό χορό εκστατικών βακχών που τελούνταν σε λατρευτικό χώρο που ονομαζόταν λήναιον γύρω από έναν στύλο με το προσωπείο και τα τελετουργικά ενδύματα του θεού, προφανώς ένα σύμβολο της επιφάνειάς του. Μπροστά του ήταν τοποθετημένη τράπεζα με γλυκίσματα και στάμνους με κρασί. Μέρος της τελετής περιλάμβανε επίκληση του θεού μετά από σήμα του δαδούχου και ένα τραγούδι, στο οποίο γινόταν λόγος για τον σπαραγμό του Διόνυσου. Μιμητικός χορός συνόδευε το άσμα, του οποίου οι κινήσεις συμβόλιζαν το διαμελισμό του θεού και την αναγέννησή του. Από επιγραφικό υλικό γνωρίζουμε ότι στις ιωνικές πόλεις και αποικίες οι μύστες κατά το μήνα Ληναιώνα οι μύστες προσέφεραν δώρα εξιλασμού στα νεκρά μέλη του θιάσου τους. Ο καθρέφτης της Δημώνασσας και του Ληναίου μοιάζει να είναι ακριβώς ένα τέτοιο δώρο. Ο καθρέφτης αποτελεί βασικό συμβολικό στοιχείο του ορφικού διονυσιακού μύθου: είναι ένα από τα μέσα με τα οποία οι τιτάνες παρασύρουν το νεαρό Διόνυσο και τον διαμελίζουν. Γνωρίζουμε ότι ο καθρέφτης είναι ένα από τα λατρευτικά αντικείμενα που παρουσιάζονται στην cista mystica κατά τη διάρκεια της μύησης, γεγονός που επιβεβαιώνει και ο πάπυρος Gurob. Στην εικονογραφία οι μαινάδες συχνά κρατούν καθρέφτες στα χέρια τους. Ορφικά αγγεία από την Κάτω Ιταλία εικονίζουν το νεκρό να λαμβάνει ως δώρο στον κάτω κόσμο έναν καθρέφτη. Έχουν βρεθεί καθρέφτες που στο πίσω μέρος τους έχουν σχέδια από το μύθο του Ορφέα. Αλλά και οι λατρευτικές κραυγές χαράς εὐαί, εἰαί στην ορφική εξηγητική παράδοση θεωρούνται ως τα επιφωνήματα χαράς των Τιτάνων, όταν ο μικρός Διόνυσος ανακάλυψε τον καθρέφτη.


[Σταύρος Γκιργκένης]