Ο κατασκευαστής των άστρων

Ο κατασκευαστής των άστρων
(Supplementum Hellenisticum 922)

Από πάπυρο της Οξυρύγχου (P. Oxy. 2521) του 2ου αιώνα μ.Χ. προέρχεται ένα απόσπασμα 8 στίχων από κάποιο εξαμετρικό αστρονομικό ή κοσμογονικό ποίημα, το οποίο μπορεί να αναχθεί με βάση το ύφος του στην πρώιμη Ελληνιστική Εποχή. H ποιότητα της καλλιγραφίας μάς κάνει να υποψιαζόμαστε ότι ο πάπυρος προέρχεται από κάποια συλλογή, η οποία προοριζόταν για το εμπόριο βιβλίων πολυτελείας. Το ποίημα περιγράφει τις εκπληκτικές δυνάμεις ενός θεϊκού όντος που δεν κατονομάζεται και το οποίο λειτουργεί στον κόσμο σε διάφορα επίπεδα: ελέγχει τα όνειρα των ανθρώπων, κατασκευάζει αστερισμούς από λιωμένο χρυσάφι και τους εξαποστέλλει στον ουρανό πάνω από τη θάλασσα, φτιάχνει έναν χάλκινο βωμό γιγαντιαίων διαστάσεων. Πιθανότατα έχουμε στοιχεία ελληνοαιγυπτιακού συγκρητισμού και το θεϊκό ον να είναι ο Ήφαιστος / Φθα. Ο Φθα, πολιούχος της Μέμφιδος, παρουσιάζεται στην αιγυπτιακή θεολογία από το Μέσο Βασίλειο και μετά ως θεότητα-τεχνίτης με πρωταρχικό ρόλο στην κατασκευή του κόσμου, των θεών, των ανθρώπων, των χωρών και των άστρων. Μερικές φορές ο Φθα παριστάνεται σε αγαλματίδια από τερακότα ως χωλός νάνος (ιδιαίτερα από την πτολεμαϊκή εποχή και μετά), κλασική εξεικόνιση του Ηφαίστου και των μεταλλουργών γενικά στην ελληνική παράδοση. Εδώ πιθανότατα έχουμε ελληνική επίδραση στην αιγυπτιακή παράδοση.

ὅστις ἐ]τητυμέοντα[ς] ἀεὶ μερό[π]εσσιν ὀνε[ίρους
ἠοῖος] σκίδνη{ι}σι, φέ[ρ]ει δέ τε μάντιας ὕπνους.
ἄλλ]οτε μέν τε δι΄ οἴνοπα πόντον ἰάλλων
βύρτη]ν τε στέφανόν τε͵ τά οἱ παρ[ὰ] γ[ο]ῦνα κέονται
χρυσοῦ ἀ]πὸ βριαροῖο νέον λίγδοιο τακέντος,
ἄλλοτε] δ΄ αὖ βωμοῖο τόσον χάλκ[ει]ον ἐλάσσας
εὖρος ὁ]μοῦ μῆκός τε͵ τὸν οὐ τρίττοιά κε μούνη
οὐδ’ αὐτ]ὴ βούπρῳ<ι>ρος ἐνιπλήσειε θυηλή.

Αυτός πάντα σκορπά το πρωί στους θνητούς τα όνειρα
που λεν την αλήθεια και ύπνους φέρνει μαντικούς.[1]
Άλλοτε μέσα απ' τη βαθυκόκκινη θάλασσα στέλνει[2]
τη Λύρα και τον Στέφανο[3]  -πλάι στα Γόνατά[4] του ακουμπισμένοι είναι-
από χρυσάφι φτιαγμένους που μόλις έλιωσε σε στέρεο χωνευτήρι.
Άλλοτε σφυρηλατεί τον χαλκό του Βωμού[5]
σε τόσο πλάτος και μήκος, που μόνη της ούτε η τριπλή θυσία[6],
ούτε καν η βούπρωρος θα τον γέμιζε.





[1] Οι αρχαίοι χώριζαν τα όνειρα σε αληθινά και ψεύτικα. Τα όνειρα που αποκαλύπτουν αλήθειες έρχονται σύμφωνα με ορισμένες παραδόσεις το πρωί (βλ. λ.χ. Μόσχος, Ευρ. 5, Οβίδ., Her. 19.195, Οράτ., Sat.  1.10.32-33).

[2] Εδώ «βαθυκόκκινη θάλασσα» πρέπει να είναι ο Ωκεανός, του οποίου η επιφάνεια τέμνει στα δύο την ουράνια σφαίρα, δημιουργώντας τον ορίζοντα από τον οποίο ανατέλλουν και δύουν τα άστρα σε κάθε ημισφαίριο. Βλ. Ευστ. στον Όμηρο, Ιλ. Ε 6: Ὠκεανὸς δὲ κατὰ μὲν ἀλληγορίαν ἐστὶ κύκλος͵ διχάζων ἐννοηματικῶς τὴν οὐρανίαν σφαῖραν κατὰ ἰσότητα τοῦ τῆς γῆς ἐπιπέδου καὶ τέμνων διχῇ κατ΄ἐπίνοιαν αὐτὴν εἴς τε τὸ ὑπὲρ γῆν καὶ εἰς τὸ ὑπὸ γῆν ἡμισφαίριον καὶ διὰ τοῦτο ὁρίζων λεγόμενος... διὰ τούτου τοῦ Ὠκεανοῦ οἱ πολλοὶ ἀνατέλλειν τοὺς ἀστέρας δοκοῦσιν͵ ὡς οἷον ἐγγίζοντας ἢ καὶ ψαύοντας μυθικῶς τοῦ ὕδατος.

[3] Ο Βόρειος Στέφανος (Corona Borealis) λεγόταν ότι ήταν το χρυσό στεφάνι που χάρισε ο Διόνυσος στην Αριάδνη, όταν παντρεύτηκαν. Το στεφάνι ήταν δημιουργία του Ηφαίστου.

[4] Υπαινιγμός στον αστερισμό που είναι περισσότερο γνωστός ως Ενγόνασι (=ο γονατισμένος). Οι αρχαίοι διαφωνούσαν ως προς το ποιον ήρωα ακριβώς αντιπροσώπευε ο αστερισμός, αλλά συνήθως τον ταύτιζαν με τον Ηρακλή που σηκώνει το ρόπαλό του. Το μέρος του αστερισμού που αντιστοιχεί στα γόνατα της μορφής είναι σαν παραμορφωμένο και θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί ότι πρόκειται για τον Ήφαιστο, ο οποίος σηκώνει το σφυρί, για να χτυπήσει το μέταλλο.

[5] Αστερισμός που είναι πιο γνωστός ως Θυτήριον ή Θυμιατήριον. Το θεϊκό ον τον κατασκευάζει τόσο μεγάλο που ούτε τα σφάγια των θυσιών που αναφέρονται αμέσως παρακάτω δεν θα τον γέμιζαν.  

[6] Θυσία από βόδι, κατσίκι και κάπρο ή πρόβατο. Η ίδια θυσία λεγόταν και βούπρωρος, γιατί σ' αυτήν πήγαινε μπροστά το βόδι, όπως η πρώρα στο πλοίο. Βλ. Ευστ. στον Όμηρο, Οδ. λ 130: Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ τοιαύτη θυσία τριττύα λέγεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς͵ οἳ τριττύαν ἔλεγον τὴν ἐκ τριῶν ζώων θυσίαν͵ οἷον͵ δύο μήλων καὶ βοὸς͵ ὡς Ἐπίχαρμος͵ ἢ βοὸς καὶ αἰγὸς καὶ προβάτου͵ ἢ κάπρου καὶ κριοῦ καὶ ταύρου. ἡ δὲ τοιαύτη καὶ βούπρωρος φασὶν ἐλέγετο διὰ τὸ προηγεῖσθαι αὐτῆς οἷα νηὸς πρώραν τὸν βοῦν. Οι δύο συνώνυμες λέξεις συναναφέρονται εδώ, για να δείξουν το μέγεθος του βωμού: πράγματι συχνά οι δύο όροι δηλώνουν μια πολύ μεγάλη θυσία, μια εκατόμβη, που τη φύλαγαν για εξαιρετικές περιστάσεις. Βλ. λ.χ. Πλούτ. 668C, Ησύχ. β 959 Latte.