Το ποίημα για τον εορτασμό των εγκαινίων του φάρου της Αλεξάνδρειας (Ποσείδιππος ο Πελλαίος)


Το παρακάτω επίγραμμα ανήκει στον Ποσείδιππο τον Πελλαίο. Γράφτηκε για τον εορτασμό της κτίσης του περίφημου φάρου της Αλεξάνδρειας (282/1 π.Χ.), έργο του Σώστρατου από την Κνίδο της Ρόδου. Ο φάρος ήταν χτισμένος σε ένα νησάκι στα ανοιχτά του λιμανιού της Αλεξάνδρειας, επειδή, όπως εξηγεί το ποίημα, δεν υπήρχε αρκετά υψηλό μέρος στην ηπειρωτική ακτή, για να χτιστεί. Το νησί Φάρος θεωρούνταν ότι βρισκόταν υπό την προστασία του Πρωτέα, μιας μορφής Άλιου Γέροντα, ο οποίος είχε την ικανότητα της μεταμόρφωσης. Στην Ελένη του Ευριπίδη θεωρείται, πάντως, αρχαίος βασιλιάς της Αιγύπτου. Η διπλή χρήση της λέξης «σωτήρ» στον 1ο και τον τελευταίο στίχο πιθανώς υπαινίσσεται έμμεσα και τον Πτολεμαίο Α΄ τον Σωτήρα, στα χρόνια του οποίου σχεδιάστηκε αυτό το κατόρθωμα της αρχαίας ελληνικής κατασκευαστικής τεχνικής (ολοκληρώθηκε όμως επί Πτολεμαίου Β΄). Το Ταύρου Κέρας που αναφέρεται στο στίχο 9 ήταν ένα στενό και επικίνδυνο κανάλι που οδηγούσε στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας.  

 Ἑλλήνων σωτῆρα, Φάρου σκοπόν, ὦ ἄνα Πρωτεῦ,
  Σώστρατος ἔστησεν Δεξιφάνους Κνίδιος·
οὐ γὰρ ἐν Αἰγύπτωι σκοπαὶ οὔρεος οἷ’ ἐπὶ νήσων,
  ἀλλὰ χαμαὶ χηλὴ ναύλοχος ἐκτέταται.
τοῦ χάριν εὐθεῖάν τε καὶ ὄρθιον αἰθέρα τέμνειν  
  πύργος ὅδ’ ἀπλάτων φαίνετ’ ἀπὸ σταδίων
ἤματι, παννύχιος δὲ θοῶς ἐν κύματι ναύτης
  ὄψεται ἐκ κορυφῆς πῦρ μέγα καιόμενον,
καί κεν ἐπ’ αὐτὸ δράμοι Ταύρου Κέρας, οὐδ’ ἂν ἁμάρτοι
  Σωτῆρος, Πρωτεῦ, Ζηνὸς ὁ τῆιδε πλέων.

Άνακτα Πρωτέα, τον φύλακα τούτο  της Φάρου, των Ελλήνων σωτήρα,
τον έφτιαξε ο Σώστρατος, του Δεξιφάνη ο γιος, Κνίδιος.
Κορφές βουνών δεν υπάρχουν στην Αίγυπτο, όπως στα νησιά,
μα χαμηλά απλώνονται τ’ αγκυροβόλια.
Ο πύργος αυτός ευθύς και ορθός τον αιθέρα σκίζει
και σ’ αμέτρητα στάδια πέρα είναι ορατός
την ημέρα. Κι ο ναύτης που ξενυχτά στα κύματα
γοργά απ’ την κορφή του θα δει  φως μέγα να καίει.
Πρωτέα, ακόμη και στου Ταύρου το Κέρας θα μπορεί να πηγαίνει,
δίχως να χάνει τον Δία Σωτήρα, κείνος που πλέει προς τα δω.