Η συμβολική ερμηνεία του μύθου του Προμηθέα και της Πανδώρας από τον Πλωτίνο και η συμβολική καταγωγή του Ήλιου κατά τον Ιουλιανό


Πλωτίνος 4.3.14
Επειδή συνέβησαν αυτά, ετούτος ο κόσμος, που έχει πολλά φώτα και καταυγάζεται απ’ τις ψυχές, λαμβάνει επιπλέον τάξη και από άλλους κόσμους -διαφορετική τάξη από διαφορετικές πηγές-, καθώς και από εκείνους τους θεούς και από τους άλλους νόες που δίνουν ψυχές. Είναι πιθανό ότι κάτι παρόμοιο υπαινίσσεται και ο μύθος, ότι δηλαδή αφού ο Προμηθέας έπλασε τη γυναίκα, την στόλισαν επιπλέον και οι άλλοι θεοί, ότι ανακάτεψε χώμα με νερό, ότι έβαλε μέσα της φωνή ανθρώπου, ότι την έκανε στη μορφή όμοια με τις θεές, ότι η Αφροδίτη και οι Χάριτες της έδωσαν κάτι,  ότι κάθε θεός έδωσε και άλλο δώρο, ότι πήρε το όνομά της από το δώρο και ότι όλοι της έδωσαν από ένα. Διότι όλοι έδωσαν κι από κάτι σ’ αυτό το πλάσμα που δημιουργήθηκε από μια πρότερη σκέψη (προμήθεια). Όταν ο Επιμηθέας είναι να απαρνηθεί το δώρο του,  τι άλλο μπορεί να σημαίνει αυτό παρά ότι η καλύτερη επιλογή είναι αυτή που αφορά σ’ αυτό το οποίο σχετίζεται με τον νοητό κόσμο; Ακόμη κι ο ίδιος ο δημιουργός (= Προμηθέας) είναι δεμένος, επειδή κατά κάποιο τρόπο εφάπτεται με ό,τι δημιούργησε, και ο δεσμός αυτού του είδους είναι εξωτερικός. Η απελευθέρωσή του από τον Ηρακλή υπονοεί ότι ακόμη κι έτσι έχει τη δυνατότητα να απελευθερωθεί.

Ιουλιανός, Εις τον βασιλέα Ήλιον 10-11
Ας μη θεωρήσει κανείς αυτόν ως τον Ήλιο που οι μύθοι μας πείθουν να τον τρέμουμε, αλλά ως αυτόν που είναι πράος και μειλίχιος, ο οποίος απελευθερώνει εντελώς τις ψυχές από τη γέννηση και από τη στιγμή που θα ελευθερωθούν δεν τις προσαρτά σε άλλα σώματα, για να τις κολάσει και να τις τιμωρήσει, αλλά τις οδηγεί και τις σηκώνει προς τα πάνω, προς το νοητό κόσμο. Αυτή η άποψη δεν είναι εντελώς καινούργια, αλλά την δέχονταν οι πρεσβύτατοι των ποιητών, ο Όμηρος και ο Ησίοδος, είτε επειδή την σκέφτηκαν έτσι, είτε επειδή οδηγήθηκαν προς την αλήθεια ένθεοι από κάποια θεία έμπνευση, όπως οι μάντεις. Αυτό θα μπορούσε να γίνει φανερό από το εξής: ο Ησίοδος, γενεαλογώντας τον Ήλιο, είπε ότι είναι γιος του Υπερίονος και της Θείας, υπαινισσόμενος μ’ αυτά τα λόγια ότι αποτελεί εκ φύσεως τον μόνο γνήσιο απόγονο εκείνου, ο οποίος είναι ανώτερος όλων των όντων -γιατί τι άλλο θα μπορούσε να είναι ο Υπερίων εκτός από αυτό; Άλλωστε η ίδια η Θεία δεν αποκαλείται -με άλλο τρόπο- ως το θειότατο των όντων; Ας μην θεωρούμε ότι εδώ γίνεται λόγος για κάποια ένωση ή γάμο, απίστευτα και παράδοξα αθύρματα της ποιητικής Μούσας. Αντίθετα, ας νομίζουμε ως πατέρα και γεννήτορα του Ήλιου το θειότατο και υπέρτατο των όντων. Και ποιο άλλο θα μπορούσε να είναι αυτό παρά το ον που βρίσκεται πέρα απ’ όλα, γύρω από το οποίο και εξαιτίας του οποίου υπάρχουν όλα;

[Σταύρος Γκιργκένης]