Ο Δημόκριτος και η νεκρή γυναίκα του Δαρείου




Ιουλιανός, Επιστ. 201, 25:
«Γιατί λένε ότι ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης, επειδή δεν είχε να πει κάτι που να είναι αρκετό για να παρηγορήσει το Δαρείο, ο οποίος πονούσε για το θάνατο της ωραίας γυναίκας του, του υποσχέθηκε ότι θα ανεβάσει στο φως την πεθαμένη, αρκεί μόνο να είχε τη διάθεση να αναλάβει τα έξοδα που θα απαιτούσαν οι περιστάσεις. Όταν εκείνος τον διέταξε να μη λυπηθεί τίποτα που να του δίνει τη δυνατότητα, αν το έχει στη διάθεσή του, να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του, ο Δημόκριτος, αφού σιώπησε για λίγη ώρα, είπε ότι ήταν σε θέση να εξασφαλίσει μόνος του όλα τα απαραίτητα για την εκτέλεση του έργου και ότι μόνο από ένα πράγμα είχε ανάγκη, το οποίο ο ίδιος δεν είχε τρόπο για να το αποκτήσει, όμως δε θα ήταν ίσως δύσκολο για το Δαρείο, το βασιλιά όλης της Ασίας, να το βρει. Όταν εκείνος τον ρώτησε τι ήταν αυτό το τόσο σπουδαίο πράγμα που μόνο ο βασιλιάς μπορεί να ανακαλύψει, ο Δημόκριτος πήρε το λόγο και είπε ότι αν ο Δαρείος έγραφε πάνω στον τάφο της γυναίκας του τα ονόματα τριών ανθρώπων που δεν είχαν ποτέ πένθος, τότε αυτή ευθύς θα ανασταινόταν υπακούοντας στη δύναμη της τελετής. Ο Δαρείος για ώρα έμεινε αμήχανος και δεν μπορούσε να βρει κανέναν άνθρωπο που να μην του συνέβη να πάθει κάτι λυπηρό. Ο Δημόκριτος γέλασε, όπως το συνήθιζε, και είπε: «Γιατί, λοιπόν,  πιο παράλογε απ’ όλους τους ανθρώπους, θρηνείς βίαια σαν να ήσουν ο μόνος που έπεσες σε τόσο μεγάλη συμφορά, τη στιγμή που δεν μπόρεσες να βρεις ούτε έναν από όσους υπήρξαν ως τώρα, ο οποίος να μην είχε μερίδιο σε κάποια προσωπική δυστυχία;[i]»

[Σταύρος Γκιργκένης]




[i] Ο θρύλος ανήκει στον κύκλο των ιστοριών για τον Δημόκριτο ως γελαστό» φιλόσοφο, ο οποίος γελοιοποιεί τη ματαιότητα των ανθρώπινων, επειδή έχει τη γνώση ότι δεν υπάρχουν ευτυχισμένοι άνθρωποι με τη συνηθισμένη έννοια.