Η ιστορία της Παλλήνης (Παρθένιος 6)



Παλλήνη

[Την ιστορία αφηγείται ο Θεαγένης και ο Ηγήσιππος στα Παλληνιακά][1]

[2]Λέγεται ότι ο Σίθων, βασιλιάς των Οδομάντων,[3] απέκτησε μια θυγατέρα όμορφη και χαριτωμένη, την Παλλήνη. Εξαιτίας της ομορφιάς της η φήμη της απλώθηκε πάρα πολύ και την περιτριγύριζαν μνηστήρες όχι μόνο από την ίδια τη Θράκη, αλλά ορισμένοι και από πιο μακριά, από την Ιλλυρία και από τους λαούς που κατοικούν στις όχθες του Τάναη.[4] Ο Σίθων στην αρχή πρόσταζε τους μνηστήρες που κατέφταναν να αγωνιστούν σε μάχη μαζί του <…> για την απόκτηση της κόρης και όποιος τυχόν αποδεικνυόταν πιο αδύναμος θα πέθαινε. Μ’ αυτό τον τρόπο σκότωσε πάρα πολλούς. Στη συνέχεια, όταν η περισσότερη από τη δύναμή του τον είχε εγκαταλείψει, αποφάσισε να παντρέψει την κόρη του και πρόσταξε δυο μνηστήρες που είχαν καταφτάσει, το Δρύαντα και τον Κλείτο, να μονομαχήσουν μεταξύ τους με έπαθλο την κοπέλα. Ο ένας θα πέθαινε και ο άλλος που θα επιβίωνε θα έπαιρνε την κόρη και τη βασιλεία. Όταν έφτασε η ορισμένη μέρα, η Παλλήνη, που έτυχε να ερωτευτεί τον Κλείτο, φοβόταν πολύ για την τύχη του. Δεν τόλμησε να το αποκαλύψει σε κάποιον από το περιβάλλον της, αλλά τα μάγουλά της γέμιζαν με δάκρυα, έως ότου ο γέροντας τροφός της, διερευνώντας και ανακαλύπτοντας το πάθος της, την προέτρεψε να έχει θάρρος και να πιστεύει ότι η υπόθεση θα εξελιχθεί όπως επιθυμούσε. Ο ίδιος στα κρυφά πλησίασε τον ηνίοχο του Δρύαντα και υποσχόμενος σ’ αυτόν πολύ χρυσάφι τον έπεισε να μην περάσει τους πείρους στους τροχούς του άρματος.  Έτσι, λοιπόν, όταν (οι αντίπαλοι) βγήκαν στη μάχη και ο Δρύαντας όρμησε στον Κλείτο, οι τροχοί του ξεγλίστρησαν από το άρμα, με αποτέλεσμα, όταν έπεσε, να τρέξει εναντίον του ο Κλείτος και να τον σκοτώσει. Ο Σίθων, αντιλαμβανόμενος τον έρωτα και τη δολιότητα της κόρης του, άναψε μια πολύ μεγάλη πυρά και έβαλε πάνω της το Δρύαντα. Και ήταν έτοιμος να σφάξει (πάνω στην πυρά) και την Παλλήνη, αν δεν εμφανιζόταν ένα θεϊκό όραμα[5] και δεν ξεσπούσε αιφνιδιαστικά μια ραγδαία βροχή από τον ουρανό.[6] Ο Σίθων μετάνιωσε, παρέθεσε στο πλήθος των Θρακών που ήταν παρόν γαμήλιο γεύμα και επέτρεψε στον Κλείτο να πάρει την κοπέλα για σύζυγό του.






[1] Βλ. Θεαγένης FGrHist 774 F 17 και Ηγήσιππος FGrHist 391 F 2. Ο Θεαγένης έγραψε ένα έργο με τον τίτλο Μακεδονικά, αλλά δε γνωρίζουμε πότε έζησε. Ο Ηγήσιππος πρέπει να έζησε στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. και τα Παλληνιακά του χρησιμοποιήθηκαν από μεταγενέστερους συγγραφείς κυρίως για ιστορίες που σχετίζονταν με τη Μακεδονία και τη Θράκη.
[2] Η ιστορία που ακολουθεί αποτελεί ουσιαστικά μια διασκευή του μύθου του Πέλοπα και του Οινόμαου. Δεν πρέπει να είναι πολύ παλιά και η αρχική της χρήση πρέπει να ήταν αιτιολογική: ερμήνευε τοπωνύμια (Σιθωνία, Παλλήνη). Ο Παρθένιος παραλείπει αυτή την πλευρά του μύθου. Η ιστορία είναι επίσης γνωστή από τον Κόνωνα (10), του οποίου η εκδοχή μοιάζει πολύ μ’ αυτή του Παρθένιου. Ίσως η κοινή πηγή να ήταν ο Ηγήσιππος. Πολύ διαφορετική είναι η εκδοχή του Νόννου (Διον. 48.90-237), όπου ο Διόνυσος παλεύει με την Παλλήνη -εδώ μια τρομερή Αμαζόνα- και στη συνέχεια σκοτώνει τον αιμομίκτη πατέρα της Σίθωνα. Η αιμομικτική επιθυμία κρύβεται πίσω και από την άρνηση του Οινόμαου να δώσει την κόρη του για γάμο (ή εναλλακτικά ένας χρησμός ότι θα σκοτωθεί από το γαμπρό του) και την απόφασή του να θέτει τους μνηστήρες σε θανάσιμη δοκιμασία, αλλά τόσο στον Παρθένιο όσο και στον Κόνωνα αυτή η λεπτομέρεια λείπει. Έτσι η δοκιμασία που περιμένει τους μνηστήρες της Παλλήνης μένει κάπως ανεξήγητη. Άλλη μια διαφορά με το μύθο του Οινόμαου είναι ότι ο τελικός θανάσιμος αγώνας δεν γίνεται μεταξύ του Σίθωνα και ενός μνηστήρα, αλλά μεταξύ δύο μνηστήρων, αφού ο Σίθων αποφάσισε τελικά να αποσυρθεί και να παντρέψει την κόρη του. Ίσως γι’ αυτό στο τέλος, αντίθετα με τον Οινόμαο, επιβιώνει και η Παλλήνη με τον Κλείτο πιθανώς τον διαδέχονταν ομαλά στο θρόνο. 
[3] Ο Σίθων ήταν μυθικός βασιλιάς του θρακικού λαού των Οδομάντων και επώνυμος ήρωας της χερσονήσου της Σιθωνίας, γιος του Ποσειδώνα ή του Άρη και της Όσσας. Στον Κόνωνα (10) είναι βασιλιάς της θρακικής Χερσονήσου. Οι Οδόμαντοι συνδέονταν με την περιοχή του Παγγαίου (Ηρόδ. 5.16.1, 7.112, Πλίνιος, ΗΝ 4.40).
[4] Ποταμός που χύνεται στον Εύξεινο Πόντο, ο σημερινός Ντον. Στην αρχαιότητα κατοικούσαν εκεί κυρίως Σκύθες.
[5] Η θεότητα που εμφανίστηκε, για να αποτρέψει το φόνο, ήταν η Αφροδίτη, όπως μαρτυρεί ο Κόνων (10). Ένα δαιμόνιον φάντασμα εμφανίζεται, για να σώσει την κατάσταση, και στο τέλος της 17ης ιστορίας.
[6] Μας θυμίζει τη βροχή που σβήνει την πυρά του Κροίσου στη γνωστή ηροδότεια ιστορία του Κύρου και του Κροίσου (Ηρόδ. 1.87).