Ωρίων: ο αστερισμός, ο κυνηγός και η σημασία του ονόματός του


Από την εποχή των ομηρικών επών ο Ωρίων παρουσιάζεται ως ήρωας του παλιού καιρού και ως αστερισμός ταυτόχρονα. Μάλιστα στον Όμηρο είναι ο μόνος ήρωας που θεωρείται καταστερισμένος. Ο Όμηρος δεν αναφέρει βέβαια κάπου με λεπτομέρειες την ιστορία του καταστερισμού, αλλά είναι σαφές ότι την γνωρίζει. Η γνώση και η παρατήρηση των άστρων ήταν ιδιαίτερα σημαντική για τον γεωργικό και ποιμενικό κόσμο. Η ετυμολογία του ονόματος του Ωρίωνος, όπως θα δούμε, τον συνδέει ιδιαίτερα με το καλοκαίρι και επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η ηλιακή επιτολή του Ωρίωνος συμπίπτει λίγο-πολύ με το θερινό ηλιοστάσιο. Για τους Έλληνες το καλοκαίρι είναι καλή περίοδος για το θερισμό και τον τρύγο, αλλά και εποχή υπερβολικής ζέστης που φέρνει αρρώστιες και πυρετούς. Ο αστερισμός του Ωρίωνος και ο συνακόλουθος μύθος του ήρωα μοιάζει να εκπροσωπεί αυτή την αρνητική όψη του θέρους. Είναι ο υπερβολικός κυνηγός που θέλει να καταστρέψει την άγρια ζωή και ό,τι σχετίζεται με τη σφαίρα της Άρτεμης. Είτε την ερωτεύεται, είτε συγκρούεται μαζί της, αλλά σε κάθε περίπτωση πεθαίνει.
            Ο μύθος παρουσιάζει διάφορες εκδοχές, ενίοτε συγκρουόμενες μεταξύ τους. Σε μια παράδοξη παράδοση ο Ωρίων θεωρείται ότι γεννήθηκε από την κοινή εκσπερμάτιση τριών θεών (Ποσειδώνας, Ζευς, Ερμής) πάνω σε μια δορά ταύρου για λογαριασμό του άτεκνου Υριέως στην Βοιωτία. Αποτελεί, λοιπόν, δώρο της ευγονίας των θεών. Από τον Ποσειδώνα λαμβάνει την ικανότητα να επιπλέει στα κύματα. Στη Σικελία συνδέεται με τη Ζάγκλη. Στη Χίο ενώνεται με τη Μερόπη, για την οποία ο βασιλιάς και πατέρας της Οινοπίων δείχνει μια στοργή, όπως ο Οινόμαος για τη δική του κόρη στην Πίσα, περισσότερο από πατρική.  Ο Οινοπίων τον τυφλώνει, αλλά ο Ωρίων βρίσκει ξανά την όρασή του χάρη στη συνδυασμένη βοήθεια του Ηφαίστου, του Κηδαλίωνα και του Ήλιου (ή του Ασκληπιού, ο οποίος σε άλλη εκδοχή τον ανασταίνει). Στην Κρήτη δείχνει υπερβολικό πάθος για το κυνήγι, αλλά η Άρτεμη τον ερωτεύεται. Στο τέλος, όμως, τον σκοτώνει άλλοτε με το τόξο, συνήθως με σκορπιό που στέλνει η ίδια ή η Γη. Σε άλλες εκδοχές κυνηγά τις Πλειάδες ή τον ερωτεύεται η Ηώς. Στο τέλος καταστερίζεται από την Άρτεμη ή τον Δία.
            Στο ομηρικό έπος εμφανίζεται έξι φορές και σε ένα έβδομο χωρίο δεν ονοματίζεται. Στην Ιλιάδα, στην αρχή της ραψωδίας Ε (4-6) δεν αναφέρεται άμεσα, αλλά ανακαλείται μέσω του σκύλου του, του Σείριου. Στη ραψωδία Χ 25-32 ο Αχιλλέας παρομοιάζεται επίσης με τον Σείριο του Ωρίωνος, ο οποίος καλείται κακόν σῆμα, κακό σημάδι: ο Έκτορας θα πεθάνει στην ίδια ραψωδία. Στη ραψωδία Σ 483-489 ο Ωρίων εμφανίζεται στο κέντρο της ασπίδας που φτιάχνει ο Ήφαιστος για τον Αχιλλέα. Στην Οδύσσεια, ε 271-275, ο Οδυσσέας αφήνοντας το νησί της Καλυψώς κοιτά τον νυχτερινό ουρανό και τον Ωρίωνα. Η Καλυψώ παραπονιέται ότι οι θεοί του Ολύμπου ζηλεύουν τις κατώτερες θεότητες, όταν ερωτεύονται θνητούς: η Άρτεμη σκότωσε τον αγαπημένο της Ηούς Ωρίωνα (ε 121-124). Στη Νέκυια ο Οδυσσέας βλέπει τον Ωρίωνα ως κυνηγό στον Κάτω Κόσμο (λ 572-575). Και ενώ για τον Ηρακλή (λ 602) λέγεται σαφώς ότι στον Άδη είναι μόνο το είδωλό του, ενώ στον Όλυμπο βρίσκεται ο αθάνατος Ηρακλής, δεν αναφέρεται το ίδιο, όπως θα περιμέναμε, για τον Ωρίωνα, ο οποίος απαθανατίστηκε ως αστερισμός. Χωρίς να συγκαταλέγεται ρητά ανάμεσα στους μεγάλους αμαρτωλούς Σίσυφο, Τάνταλο, Τιτυό, εντούτοις ασχολείται ματαίως στον Άδη με το κυνήγι, όπως ο Σίσυφος με τον λίθο του. Τέλος στο χωρίο λ 309-310 οι Αλωάδες, Ώτος και Εφιάλτης, συγκρίνονται στο μέγεθος με τον Ωρίωνα.
            Το όνομα του Ωρίωνος εμφανίζεται στην παράδοση και ως Ωαρίων (με α και ι βραχέα). Η δεύτερη εκδοχή είναι η αρχαιότερη και παραπέμπει σε ένα ουσιαστικό (*ὦσαρ > *ὦhαρ >) *ὦαρ. Η λέξη πρέπει να δήλωνε το θέρος. Πράγματι υποθέτουμε ότι σε κάποια φάση της Ελληνικής υπήρχε παραλλαγή αυτού του ουσιαστικού *ὄαρ (< ὄhαρ < ὄσαρ)  που επίσης δεν επιβίωσε, αλλά πρόλαβε να δώσει ως δεύτερο συνθετικό τη λέξη ὀπώρα (<*ὀπόαρα), όπου πρώτο συνθετικό είναι η αιολική μορφή της πρόθεσης/επιρρήματος ἐπι- = ὀπι-. Πβ. ὄπισθεν, ὀπίσω = πίσω, μετά.  Δηλαδή ὀπώρα = μετά το θέρος = φθινόπωρο.[1] Η συναίρεση του Ωα- σε Ω- έγινε κατά την αιολική περίοδο της επικής ποίησης. Η κυριαρχία της εκδοχής Ωρίων με μακρό /ι/ μπορεί να διευκολύνθηκε κατά την ιωνική φάση της δημιουργίας του ηρωικού και διδακτικού έπους από την ύπαρξη ανθρωπωνυμίων σε -ιων με μακρό /ι/.

[Βλ. Renaud Jean-Michel, «Le catastérisme chez Homère. Le cas d'Orion», Gaia: revue interdisciplinaire sur la Grèce Archaïque, 7 2003, 205-214.]



[1] Αν υποθέσουμε ότι αρχικά η ρίζα είχε και δίγαμμα, wosar, τότε από μια παραλλαγή wesar μπορεί να προκύπτει και η λέξη >wehar>wear>ἔαρ, η άνοιξη! 

Σχόλια