Πώς πέθανε ο Μίνωας και η τρίτη φυλή των Κρητών


Η εικοστή πέμπτη ιστορία του Κόνωνος μας αφηγείται πώς σκοτώθηκε ο Μίνωας, ο γιος του Δία και της Ευρώπης, βασιλιάς της Κρήτης, όταν αναζητώντας τον Δαίδαλο, έφτασε με τα πλοία του στη Σικανία, η οποία ονομάζεται σήμερα Σικελία. Ο Μίνωας θανατώθηκε από τις θυγατέρες του Κωκάλου, ο οποίος ήταν βασιλιάς των Σικελών. Οι Κρήτες πολέμησαν με τους Σικελούς υπέρ του βασιλιά τους, αλλά ηττήθηκαν. Καθώς επέστρεφαν, παρασύρθηκαν εξαιτίας μιας καταιγίδας στη χώρα των Ιαπύγων, όπου και ίδρυσαν έναν οικισμό και έγιναν Ιάπυγες αντί για Κρήτες. Έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα μια ομάδα από αυτούς, έχοντας εξοριστεί από τη χώρα τους μετά από κάποια εξέγερση, έλαβαν χρησμό ότι πρέπει να ιδρύσουν οικισμό, στο μέρος που θα τους δώσει κάποιος γη και νερό. Μ’ αυτό τον τρόπο κατοίκησαν την χώρα των Βοττιαίων. Γιατί εκεί ήταν κάποια παιδιά που έπαιζαν και έφτιαχναν από πηλό ομοιώματα από ψωμιά και άλλα φαγητά. Όταν τους ζήτησαν να τους δώσουν  φαγητό, εκείνα τους έδωσαν αντί για ψωμιά τα πήλινα ψωμιά. Τότε θεώρησαν ότι ο χρησμός εκπληρώθηκε και ζήτησαν  και έλαβαν από το βασιλιά των Μακεδόνων την άδεια να κατοικήσουν την Βοττιαία. Οι Βοττιαίοι, λοιπόν, είναι το τρίτο γένος από Κρήτες που άλλαξε και τώρα αποτελούν μέρος των Μακεδόνων.[1]

Η ιστορία της εκστρατείας του Μίνωα στη Σικελία και του θανάτου του εκεί στα χέρια των θυγατέρων του Κωκάλου είναι παλιά και η αρχαιότερη εκδοχή της βρίσκεται στον Ηρόδοτο. Ήταν επίσης το θέμα ενός δράματος του Σοφοκλή με τον τίτλο Καμικοί (ίσως να πρόκειται για σατυρικό δράμα) και μιας κωμωδίας του Αριστοφάνη με τον τίτλο Κώκαλος. Ο Δαίδαλος δραπέτευσε από την Κρήτη, για να γλιτώσει από τον Μίνωα, και έφτασε στη Σικελία, όπου τον καλοδέχτηκε ο Κώκαλος. Για λογαριασμό του Κωκάλου έχτισε μια οχυρωμένη πρωτεύουσα με το όνομα Κάμικος ή Καμικός. Όταν ο Μίνωας εντόπισε τον Δαίδαλο, ο Κώκαλος υποσχέθηκε να τον παραδώσει, αλλά οι κόρες του βασιλιά θανάτωσαν τον  Μίνωα στο λουτρό, λούζοντάς τον με καυτό νερό.
Μολονότι η αρχαιότερη πηγή μας είναι ο Ηρόδοτος (7.170) τον 5ο αιώνα π.Χ., η ιστορία πρέπει να είναι πολύ παλιότερη και να αποτελούσε ήδη μία καλά καθιερωμένη παράδοση στη Σικελία. Μαθαίνουμε ότι ο Θήρων, ο τύραννος του Ακράγαντα, κατά τον πρώιμο 5ο αιώνα επέστρεψε τα οστά του Μίνωα στην Κρήτη από το μέρος στο οποίο είχαν ταφεί στον Ακράγαντα. Εάν η όλη ιστορία δεν προέκυψε κατά τη διάρκεια του Β΄ Αποικισμού, τότε μπορεί να απηχεί την δραστηριότητα πληθυσμών από τον ελλαδικό χώρο στην περιοχή της Σικελίας κατά τη Μυκηναϊκή Εποχή. Ακόμη και το όνομα Κώκαλος έχει ανευρεθεί στις πινακίδες σε Γραμμική Β΄ στην Πύλο. Το ίδιο μοιάζει να ισχύει και για την ιστορία της μετέπειτα κατοίκησης της περιοχής της Ιαπυγίας  στη νοτιοανατολική Ιταλία, η οποία αποτελεί εδώ συνέχεια της προηγούμενης για τον  Μίνωα, αλλά αλλού εξιστορείται ως  ανεξάρτητο επεισόδιο. Τόσο ο Στράβωνας (6.3.2) όσο και ο Αριστοτέλης (απ. 485 Rose) συμφωνούν με τον Κόνωνα ότι ο τελευταίος σταθμός των Κρητών ήταν η Βοττιαία στη Μακεδονία.[2] Καθώς ο Αριστοτέλης πρέπει να πραγματεύτηκε το θέμα στην χαμένη Βοττιαίων πολιτεία, είναι πιθανό ότι αποτελούσε παράδοση των ίδιων των Βοττιαίων.
Η ιστορία με τα παιδιά που παραδίδουν τα πήλινα ψωμιά στους Κρητικούς απαντά μόνο στον Κόνωνα, αλλά αποτελεί παραλλαγή ενός συνηθισμένου μοτίβου μεταφοράς της κυριαρχίας μιας περιοχής από έναν πληθυσμό σε έναν άλλο πληθυσμό. Πρόκειται για μια συμβολική παράδοση της γης. Ανάλογες ιστορίες προϋποθέτουν την άγνοια  των ντόπιων κατοίκων ή ακόμη και την εξαπάτησή τους. Θυμόμαστε εδώ ότι ο Πέρσης βασιλιάς ζητούσε από τους Έλληνες να παραδώσουν γη και ύδωρ στους απεσταλμένους του ως ένδειξη υποταγής.[3]



[1] Φώτιος, Βιβλ. 186.135a.4-21: κε΄ ὡς Μίνως Διὸς καὶ Εὐρώπης͵ βασιλεύων Κρήτης͵ κατὰ ζήτησιν Δαιδάλου στόλῳ πλεύσας εἰς Σικανίαν αὕτη δ΄ ἐστὶν νῦν Σικελία ὑπὸ τῶν Κωκάλου θυγατέρων ἐβασίλευε δ΄ οὗτος Σικελῶν ἀναιρεῖται· καὶ τὸ Κρητικὸν πολεμεῖ Σικελοῖς ὑπὲρ τοῦ βασιλέως καὶ ἡττᾶται. Καὶ ἐπανιόντες ὑπὸ χειμῶνος ἐξέπεσον εἰς Ἰάπυγας͵ καὶ αὐτόθι τότε ἱδρύσαντο͵ ἀντὶ Κρητῶν γεγονότες Ἰάπυγες. Χρόνῳ δὲ ὕστερον μοῖρά τις κατὰ στάσιν ἐκπεσόντες τῆς χώρας χρησμὸν ἔλαβον͵ ἔνθα ἄν τις αὐτοῖς γῆν καὶ ὕδωρ ὀρέξῃ͵ ἐνταῦθα οἰκίζεσθαι͵ καὶ ᾤκησαν τὴν Βοττιαίων· ἐκεῖ γὰρ παῖδες ἄρτων εἴδη καὶ ἄλλων ὄψων παίζοντες ἀπὸ πηλοῦ καὶ πλάττοντες αἰτουμένοις ἐπέδωκαν αὐτοῖς ἀντὶ ἄρτων τοὺς πηλίνους ἄρτους· καὶ οἵ γε τὸν χρησμὸν τετελέσθαι νομίσαντες ᾐτήσαντο τὸν βασιλέα Μακεδόνων͵ καὶ ἔλαβον οἰκεῖν τὴν Βοττιαίων͵ καὶ Βοττιαῖοι μὲν τρίτον γένος ἀπὸ Κρητῶν ἀμείψαντες μοῖρα νῦν εἰσι Μακεδόνων.
[2] Σύμφωνα με τον Στράβωνα 7a 1.11 οι κάτοικοι της Βοττιαίας πήραν το όνομά τους από κάποιον Κρητικό με το όνομα Βόττων.
[3] Σύμφωνα με τον σχολιαστή του Πινδάρου, Νεμ. 7.155, ο Αλήτης στηριγμένος σ' ένα χρησμό πήγε στην Κόρινθο, όπου ζήτησε από κάποιον άνθρωπο λίγο ψωμί. Εκείνος του έδωσε έναν βώλο, αλλά μ’ αυτόν τον τρόπο ο Αλήτης πήρε την εξουσία. Ο Αυγουστίνος, De serm. in monte I 50, μας λέει για κάποιο βασιλιά, ο οποίος προσπάθησε να εξαπατήσει μια γυναίκα με πήλινα ομοιώματα χρυσού, αλλά χωρίς να το θέλει μετέφερε την κατοχή  της περιουσίας του σ’ αυτήν. Τέλος, σύμφωνα με τον Πλούταρχο 296DE ο Κόθος έλαβε μία προφητεία σύμφωνα με την οποία θα είχε επιτυχία στην εκστρατεία του στην Εύβοια, εάν αγόραζε τη γη. Τότε έπεισε μερικά παιδιά που έπαιζαν στην Εύβοια να του δώσουν λίγο χώμα με αντάλλαγμα να τους δώσει παιχνίδια.

Σχόλια